Κοινό κρυολόγημα
|
Η οξεία ρινοφαρυγγίτιδα (Common cold) (γνωστή και ως κοινό κρυολόγημα ή απλώς κρυολόγημα) είναι μια εξαιρετικά μεταδοτική ιογενής λοίμωξη του ανωτέρου αναπνευστικού συστήματος που προκαλείται πρωταρχικά από ρινοϊούς[1]. Τα συμπτώματα περιλαμβάνουν, χαμηλό πυρετό[1], ευερεθιστότητα[1], ανησυχία[1], ρινική καταρροή[1], βήχα,[2], κόπωση[2], αδιαθεσία[2] μείωση της γεύσης και της όσφρησης[2] μυϊκούς πόνους, πονοκεφάλους καθώς και κοκκίνισμα των ματιών. Ο υψηλός πυρετός και η εξάντληση είναι περισσότερο συχνά στην γρίπη. Τα συμπτώματα του κρυολογήματος συνήθως εξαφανίζονται μετά από μια εβδομάδα, ωστόσο σε μερικές περιπτώσεις μπορεί να πάρει μέχρι και δύο εβδομάδες για να νοιώσει καλύτερα ο ασθενής ενώ τα συμπτώματα μπορεί να είναι περισσότερο έντονα στους ηλικιωμένους και τα παιδιά. Παρόλο που τα συμπτώματα του κρυολογήματος είναι ήπια και ανεκτικά, οι ασθενείς πολύ συχνά αποζητούν ιατρική βοήθεια, χρησιμοποιούν φάρμακα και χάνουν μέρες απο την δουλειά ή το σχολείο.
Επιδημιολογία Οι λοιμώξεις του ανωτέρου αναπνευστικού συστήματος είναι οι πιο συχνές λοιμώξεις ανάμεσα στους ενήλικες και τους έφηβους, που έχουν δύο με τέσσερις λοιμώξεις τον χρόνο[3]. Τα παιδιά μπορεί να έχουν έξι με δέκα κρυολογήματα τον χρόνο (ενώ τα παιδιά που πάνε σχολείο μπορεί να έχουν ως και 12)[4]. Ιός Το κρυολόγημα προκαλείται από μόλυνση από κάποιον από τους 100 διαφορετικούς ρινοϊούς. Άλλοι ιοί που μπορούν να προκαλέσουν κρυολόγημα είναι οι κορωνοϊοί, οι αδενοϊοί, οι εντεροϊοί, ο μεταπνευμονοϊός και οι ιοί παραϊνφλουέντζας[5][6]. Λόγω των τόσον διαφορετικών ιών που προκαλούν το κρυολόγημα είναι αδύνατον κάποιος να αποκτήσει ανοσία σε αυτό. [7] Μετάδοση Ο ιός του κοινού κρυολογήματος μεταδίδεται στον άνθρωπο με τους παρακάτω τρόπους: * Μέσω φταρνίσματος ή μέσω βήχα * Μέσω της επαφής με το σάλιο ή τις ρινικές εκκρίσεις ενός μολυσμένου ατόμου ή κατευθείαν αγγίζοντας μια μολυσμένη επιφάνεια Δεν χρειάζεται να υπάρχουν συμπτώματα για να μεταδώσει κάποιος τον ιό. [8] Ο ιός εισέρχεται μέσω τον κυττάρων του ρινοφάρυγγα (την περιοχή ανάμεσα στην μύτη και τον λαιμό), και πολλαπλασιάζεται ταχύτατα. Το σημείο εισόδου του ιού είναι συνήθως ή μύτη, αλλά σημείο εισόδου μπορεί να υπάρξουν και τα μάτια. Συμπτώματα Μετά από την αρχική λοίμωξη, η περίοδος επώασης του ιού κυμαίνεται στις 8 με 12 ώρες[9]. Τα συμπτώματα μπορεί να εμφανισθούν κατευθείαν μετά από αυτή την περίοδο ή μπορεί να ξεκινήσουν μετά από 2 με 5 μέρες μετά την μόλυνση, ωστόσο συνήθως εμφανίζονται μετά από 10 ώρες.[9] Η πρώτη ένδειξη του κρυολογήματος είναι ο πονόλαιμος. Άλλα συμπτώματα περιλαμβάνουν ρινική καταρροή, μπούκωμα της μύτης, φτάρνισμα και βήχα. Αυτά ακολουθούνται συνήθως από μυϊκούς πόνους, αδυναμία, αδιαθεσία, πονοκέφαλο και μείωση της όρεξης για φαγητό[10]. Τα κρυολογήματα συχνά μπορούν να προκαλέσουν υψηλό πυρετό και εξάντληση, ωστόσο συνήθως αυτά είναι συμπτώματα γρίπης. Τα συμπτώματα του κρυολογήματος εξαφανίζονται συνήθως μετά από μια εβδομάδα αλλά σε μερικές περιπτώσεις μπορούν να διαρκέσουν ως 14 ημέρες, με τον βήχα να διαρκεί περισσότερο από τα άλλα συμπτώματα. Τα συμπτώματα μπορεί να είναι πιο έντονα στους ηλικιωμένους και τα παιδιά και μπορεί να περιλαμβάνουν έντονο πυρετό και εξανθήματα[11][12][13][14][15][16]. Επιπλοκές Το κρυολόγημα σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί να επιφέρει ορισμένες επιπλοκές όπως, ωτίτιδα η οποία προκαλείται όταν βακτήρια ή ιοί εισχωρήσουν στο αυτί δίπλα στο τύμπανο , βρογχίτιδα η οποία δείχνει πως τα εσωτερικά τοιχώματα των πνευμόνων έχουν ερεθιστεί, ενώ σε ορισμένες περιπτώσεις μπορεί να προκαλέσει δευτερογενείς λοιμώξεις όπως στρεπτοκοκκική φαρυγγίτιδα, πνευμονία, χρόνια βρογχίτιδα και λαρυγγίτιδα. [2] Πρόληψη Η καλύτερη πρόληψη ενάντια στο κρυολόγημα είναι να αποφεύγουμε κάποιον που νοσεί, να πλένουμε τα χέρια συχνά και να αποφεύγουμε την επαφή με τα μάτια, το στόμα και γενικά με το πρόσωπο. Τα αντιβακτηριακά σαπούνια δεν έχουν καμία δράση απέναντι στον ιό του κρυολογήματος[17]. Καλό είναι να προσθέτει κάποιος στην διατροφή του βιταμίνη C καθώς βοηθάει στην καταπολέμηση των ιών, να αποφεύγει το κάπνισμα καθώς ερεθίζει περισσότερο τον λαιμό και χειροτερεύει τον βήχα και να προσπαθεί όσο μπορεί να μειώσει το άγχος καθώς με το άγχος ο οργανισμός εξασθενεί και δυσκολεύεται να καταπολεμήσει κάποιες ασθένειες.[2] Έκθεση σε κρύο Παρόλο που τα κρυολογήματα είναι εποχιακά, με τα περισσότερα να συμβαίνουν τον χειμώνα τα πειράματα μέχρι στιγμής έχουν αποτύχει να παραγάγουν στοιχεία ότι η έκθεση σε κρύο καιρό αυξάνει τις πιθανότητες να κολλήσει κάποιος τον ιό, κάτι που σημαίνει πως ίσως να υπάρχουν περισσότερες μολύνσεις τον χειμώνα καθώς οι άνθρωποι περνάνε περισσότερο χρόνο σε κλειστούς χώρους μαζί με άλλα, πιθανώς μολυσμένα άτομα. [18][19][20][21] Θεραπεία Δεν υπάρχει μέχρι στιγμής ιατρικώς αποδεδειγμένη και εγκεκριμένη θεραπεία που να στοχεύει στην καταπολέμηση του ιού του κρυολογήματος, δεν υπάρχει θεραπεία του κρυολογήματος. Η θεραπεία στοχεύει στην καταπολέμηση των συμπτωμάτων, στο να αυξάνει την άνεση του ασθενούς και στο να αποτρέπει πιθανή επιπλοκή εξαιτίας της νόσου. Το ανοσοποιητικό σύστημα του ασθενούς καταπολεμά απο μόνο του την ασθένεια. Μέσα σε λίγες μέρες το ανοσοποιητικό αντιδρά και αποτρέπει τον ιό να προσβάλλει περισσότερα κύτταρα. Επίσης μέσω αυτής της αντίδρασης τα λευκοκύτταρα καταστρέφουν τον ιό μέσω φαγοκύττωσης και καταστρέφουν τα μολυσμένα κύτταρα. Σε υγιής ανθρώπους το κρυολόγημα συνήθως περνάει μέσα σε επτά ημέρες. [9] Η καλύτερη αντιμετώπιση του κρυολογήματος είναι μέσω ξεκούρασης, ο ασθενής επίσης πρέπει να πίνει πολλά υγρά, μέσω αντιβηχικών σιροπιών ή σπρέι, αποχρεμπτικών για να διευκολύνουν την ρευστοποίηση των φλεγμάτων, αποσυμφορητικών έτσι ώστε να μειώνουν την συμφόρηση στις διόδους και ιδιαίτερα στη μύτη και με την χρήση αναλγητικών. Δεν πρέπει πλέον να χρησιμοποιούν φάρμακα για τον βήχα και το κρυολόγημα, που δίδονται χωρίς συνταγή, σε παιδιά κάτω των 6 ετών επειδή δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι είναι αποτελεσματικά ενώ αντιθέτως μπορεί να προκαλέσουν παρενέργειες, όπως αλλεργικές αντιδράσεις, να επηρεάσουν τον ύπνο ή να δημιουργήσουν ψευδαισθήσεις. [22] Τα αναλγητικά που είναι προτιμότερο να χρησιμοποιούνται είναι η παρακεταμόλη και ιμπουπροφένη ενώ η χρήση ασπιρίνης πρέπει να αποφεύγεται καθώς είναι πιθανόν να προκαλέσει ένα σπάνιο σύνδρομο που αποκαλείται "σύνδρομο Reyes".[23] Τα αντιβιοτικά στοχεύουν στην καταπολέμηση μικροοργανισμών όπως βακτήρια και μύκητες και συνεπώς δεν βοηθάνε στο κρυολόγημα καθώς δεν έχουν δράση στους ιούς. Παραπομπές 1. ↑ 1,0 1,1 1,2 1,3 1,4 Κοινό κρυολόγημα, παιδική ενημέρωση ανακτήθηκε στις 23 Σεπτεμβρίου 2008
* Πληροφορίες για το κρυολόγημα (αγγλ.)
Από τη ελληνική Βικιπαίδεια http://el.wikipedia.org . Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την GNU Free Documentation License |
|
|
|
|