Ολιβίνης
|
Με τον όρο ολιβίνης (αγγλ. olivine) εννοείται ισόμορφη παράμιξη που προκύπτει από τα ορυκτά φορστερίτη (Mg2SiO4) και Φαϋαλίτη (Fe+22SiO4) και, επισήμως, δεν αποτελεί, ως παράμιξη, αυτοτελές ορυκτό. Το όνομά του προέρχεται από το ελαιοπράσινο (olive-green) χρώμα του. Αποτελεί κυρίαρχο συστατικό των βασικών (βασάλτης, γάββρος, δολερίτης) και των υπερβασικών πυριγενών πετρωμάτων (περιδοτίτης, δουνίτης. Συνδέεται με ορυκτά της ομάδας του πυροξένου, πλαγιόκλαστα, τάλκη και, ιδιαίτερα, σερπεντίνη, προς τον οποίο και εξαλλοιώνεται. Απαντά, επίσης, και σε μεταμορφωμένα πετρώματα, κυρίως πράσινο μάρμαρο (ολιβινικά μάρμαρα). Δεν είναι δυνατό να συνυπάρξει με πετρώματα που περιέχουν χαλαζία (διοξείδιο του πυριτίου, SiO2), επειδή θα αντιδρούσε με αυτό προς ενστατίτη (MgSiO3): Mg2SiO4 + SiO2 → 2MgSiO3 Λόγω της υψηλής του ανθεκτικότητας στην θερμότητα χρησιμοποιείται στην κατασκευή πυρίμαχων υλικών. Είναι ευρύτατα διαδεδομένος, καθώς αποτελεί συστατικό συχνά εμφανιζόμενων πετρωμάτων. Έχει ανιχνευθεί δε και στη Σελήνη, στον Άρη καθώς και σε μετεωρίτες. Συνώνυμό του είναι το ορυκτό χρυσοπάλιος (chrysopal). Μια διαφανής πράσινη ποικιλία του είναι το περίδοτο (αγγλ. peridote), το οποίο χρησιμοποιείται ως ημιπολύτιμος λίθος. Η καλή ποιότητα περιδότου περιέχει λιγότερο από 15% σίδηρο, ενώ μπορεί να περιέχει και ίχνη χρωμίου ή νικελίου, που συμβάλλουν στον χρωματισμό του. Το περίδοτο βρέθηκε για πρώτη φορά στο νησί Ζαμπαργκάντ (Zabargad) της Ερυθράς θάλασσας, κοντά στην Αίγυπτο. Έχει, επίσης, ανευρεθεί στους σιδηρονικελιούχους μετεωρίτες (παλλασίτες, pallasites). Πηγές * Τμήμα Γεωλογίας Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης
* James Dwight Dana, Manual of Mineralogy and Lithology, Containing the Elements of the Science of Minerals and Rocks READ BOOKS, 2008 ISBN 1-4437-4224-4 Ορυκτολογία, Mineralogy Κατάλογος ορυκτών των μεταλλείων Λαυρίου
<-- Search -->
<-- Logo -->
Από τη ελληνική Βικιπαίδεια http://el.wikipedia.org . Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την GNU Free Documentation License |
<-- Search --> |
|
|
|