Καρμινίτης
|
Ο καρμινίτης (αγγλ. carminite) είναι αρσενικικό ορυκτό του (τρισθενούς) σιδήρου και του μολύβδου. Έλαβε το όνομά του από το καρμινέρυθρο χρώμα του. Δεν είναι από τα πολύ κοινά ορυκτά. Σχηματίζεται σε ζώνες εξαλλοίωσης μολυβδούχων ορυκτών ως προϊόν εξαλλοίωσης του αρσενοπυρίτη. Σχετίζεται με αρσενιοσιδηρίτη, σκοροδίτη, βουλφενίτη, μιμητίτη, κερουσίτη, αγγλεσίτη και τα πολύ λιγότερο κοινά βεουδαντίτη, μπεϊλντονίτη και δυσσερτίτη. Σημαντικές και καλοσχηματισμένες αποθέσεις του απαντούν στο Mina Ojuela, Mapimi, Durango, Μεξικό - οι μεγαλύτεροι ανευρεθέντες κρύσταλλοι - και τις περιοχές Σάντα Άνα, Λα Μουρ και Σονόρα, τη Γερμανία (Παλατινάτο και Βέστερβαλντ), την Αγγλία (περιοχές Κάμπρια και Κορνουάλλη), την περιοχή Βαρ στη Γαλλία, τις ΗΠΑ (Νεβάδα, Γιούτα), το Τσουμέμπ της Ναμίμπια (επίσης μεγάλοι κρύσταλλοι), και τη δυτική Αυστραλία. Στην Ελλάδα ανευρίσκεται στα μεταλλεία της Καμάριζας Λαυρίου. Πηγές * Handbook of Mineralogy
* Κατάλογος ορυκτών
* James Dwight Dana, Manual of Mineralogy and Lithology, Containing the Elements of the Science of Minerals and Rocks, READ BOOKS, 2008 ISBN 1443742244 Ορυκτολογία, Mineralogy
<-- Search -->
<-- Logo -->
Από τη ελληνική Βικιπαίδεια http://el.wikipedia.org . Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την GNU Free Documentation License |
<-- Search --> |
|
|
|