.
Η κουκουναριά (Pinus pinea - Πεύκη η πίτυς[1][2][3]) είναι ένα ιθαγενές πεύκο της Νότιας Ευρώπης στην περιοχή της Μεσογείου. Το δέντρο καλλιεργείται για τους εδώδιμους σπόρους του από τους προϊστορικούς χρόνους.
Η κουκουναριά μπορεί να υπερβεί τα 25 μέτρα σε ύψος, αν και συνήθως είναι λιγότερο ψηλή, γύρω στα 12-20 μέτρα. Έχει μια χαρακτηριστική ομπρελοειδή μορφή με κοντό κορμό και στρογγυλή επίπεδη κορυφή. Ο φλοιός είναι χοντρός, καστανοκόκκινος, βαθιά χαραγμένος από φαρδιές, κατακόρυφες πλάκες. Έχει ευλύγιστα βελονοειδή φύλλα σε δέσμες των δύο, μήκους 10-20 εκατοστών. Τα νεαρά δέντρα έχουν διαφορετικά φύλλα, μήκους 2-4 εκατοστών με γλαυκοπράσινο χρώμα.
Οι κώνοι είναι ωοειδείς, μήκους 8-15 εκατοστών και χρειάζονται 36 μήνες για να ωριμάσουν, περισσότερο από κάθε άλλο πεύκο. Οι σπόροι είναι μεγάλοι, μήκους δύο εκατοστών, ανοιχτοί καστανοί με μια μαύρη επίστρωση που φεύγει εύκολα. Οι σπόροι διαδίδονται με τα ζώα και στην πρόσφατη ιστορία με την βοήθεια των ανθρώπων. Ο εδώδιμος σπόρος είναι γνωστός ως κουκουνάρι και χρησιμοποιείται στη Μεσογειακή κουζίνα, με πιο γνωστή τη χρήση του ως βασικό συστατικό της Ιταλικής σάλτσας πέστο.
Η αρχική καταγωγή της κουκουναριάς είναι η Πορτογαλία, η Ισπανία και η Βόρεια Αφρική (όταν το κλίμα ήταν κάποτε πιο υγρό). Καλλιεργείται συστηματικά εδώ και 6.000 χρόνια για τους εδώδιμους σπόρους της, τους οποίους εμπορεύονταν οι άνθρωποι από τα αρχαία χρόνια. Έχει εγκλιματιστεί σε όλη την περιοχή της Μεσογείου εδώ και τόσο καιρό που θεωρείται ιθαγενές στα μέρη που φυτρώνει, ενώ πολύ πρόσφατα (από το 1700) έχει εισαχθεί σε χώρες με μεσογειακό κλίμα. Μέχρι τώρα έχει εγκλιματιστεί στη Νότια Αφρική, την Καλιφόρνια, την Αυστραλία και τη Δυτική Ευρώπη.
Scientific Library
Retrieved from "http://el.wikipedia.org/"
All text is available under the terms of the GNU Free Documentation License